Αν ήσουνε βασιλικός
Αν ήσουνε βασιλικός ήθελε να σε κάνω,
να βγάλεις κόκκινους ανθούς σε κάθε κλώνο απάνω
Να λαμπιρίσει ο λογισμός, να φέξει μες τη σκέψη ,
η φύση με τα χρώματα τσ` αγάπης να παλέψει ,
το μαύρο νά `ναι παρελθόν, κόκκινα νά `ναι όλα,
σαν την ανομολόγητη του σ` αγαπώ τη βιόλα,
που την ποτίζω δάκρυα και την-ε μεγαλώνω,
και λάτρεψα τ` αγκάθια τζη όσο κι αν-ε ματώνω,
και με το αίμα ζωγραφιά κάνω τη στόρισή σου,
κι ασκιάζει ούλη τη ζωή ανθέ μου η μορφή σου,
και μπεγεντίζει τα «μπορώ» , και καλουργά τα «θέλω»,
και μοιάζει μ` αξεδήλιατου γλυκού ονείρου γέλιο ,
κι αλλάσει οπίσω το βαρύ του χρόνου το ρολόι
σα να βαστάς ανάποδα αρχαίο κομπολόι,
κι από το χτίσιμο τση γης με βλέπω να σε νιώθω,
όπως το χώμα που διψά, τον πιο μεγάλο πόθο.