Γενάρης
Ιανουάριος, Γενάρης ή Καλαντάρης
Ο Ιανός παριστάνονταν διπρόσωπος. Στις πύλες της Ρώμης το ένα πρόσωπο του αγάλματός του κοίταζε την είσοδο της πόλης ενώ το άλλο την έξοδο.
Η πρώτη του ημέρα που είναι και η πρώτη μέρα του έτους έχει σημαδιακή σημασία για το πώς θα συνεχίσει η χρονιά οπότε δεν μπορεί να μην έχει και τη θέση της μέσα σε παραδοσιακά δίστιχα.
Τα Κρητικά κάλαντα της Πρωτοχρονιάς όπως μας τα άφησε ο Κώστας Μουντάκης :
Ταχιά ταχιά ν’ αρχιμηνιά ταχιά ν’ αρχή του χρόνου
που βγήκε και περπάτησε ο Κύριος στον κόσμο
Και βγήκε και χαιρέτησε ούλους τσοι ζευγολάτες
κι ο πρώτος που του πάντηξε ήταν Αϊ Βασίλης
"Πολλά τα έτη Βασιλιό, καλό ζευγάρι'ν έχεις.."
"Καλό το λες αφέντη μου καλό κι ευλοημένο.
Η Χάρη Σου το βλόησε με το δεξί Σου χέρι,
με το δεξί, με το ζερβί, με το μαλαματένιο.
Μάλαμα είν’ τ’ αλέτρι μου κι ασήμι ο ζυγός μου,
ως και το βουκεντράκι μου τ’ ΑΪ Γιωργιού κοντάρι
και τ’ αποζεύλι του ζυγού κουκί μαργαριτάρι."
Και πάλι ξαναπέρασε και ξαναρώτησε τον..
"Πέ μου να ζήσεις Βασιλιό πόσα μουζούρια σπέρνεις;"
"Σπέρνω σταράκι δώδεκα κριθάρι δεκαπέντε,
ταγή και ρόβι δεκοχτώ κι απο νωρίς στο στάβλο.
Κι έσπειρα κάτω στο γιαλό κάτω στο περιγιάλι,
μουζούρια στάρι'ν έσπειρα μουζούρια λεπτοκάρι
Κι εκεί το νεριαστήκανε περδίκια και λαγούδια
κι απ’ τα ξεπερδικίσματα έβγαλα χίλια μούδια
κι απ’ τα ξελαγουδίσματα δεν είχα μπλιό που βάλω
και πήρα το στρατί στρατί στο Θραψανό να πάω
να πα’ να βρω τον πιθαρά, πιθάρια για να πάρω.
Στο δρόμο με συναπαντούν οι σκύλοι οι γ-Ιουδαίοι
κάθου γ-και τυραννούσι με τραγούδια να τους λέω.
Ο Δάσκαλος δε μου `μαθε τραγούδια να σας λέω,
την Αλφαβήτα μου `μαθε κι εκείνη σας-ε λέω."
Και στο ραβδί ντου ακούμπησε να πει την Αλφαβήτα
και το ραβδί ντου ήτο ξερό χλωρούς βλαστούς και βγάνει
και πάνω σε χλωρό βλαστό αετοφωλιά χτισμένη
και μέσα στην αετοφωλιά Χώρα ξετελεμένη
Μα επόπαμε του Βασιλιού τ’ Αφέντη μας να πούμε…
"Μέσα κοιμάτ’ Αφέντη μας στα πούπουλα θεσμένος
και ποιος θα μπει και ποιος θα βγει να μας τον-ε ξυπνήσει
και θα βαστά ροδόσταμο να τον ροδοσταμνίσει;"
"Εγώ θα μπω κι εγώ θα βγω να σας τον-ε ξυπνήσω
και θα βαστώ ροδόσταμο να τον ροδοσταμνίσω.
Ξύπνησε Αφέντη, ξύπνησε κι εκκλησιές συμμένουν,
το εν υψίστη ψάλουσι κι εσένα ανημένουν.
Να φας απο λαγού πλευρά κι απ’ αγριμιού τη μέση,
να φας κι απο την πέρδικα την αϊδονολαλούσα,
που κελαηδούσε το πρωί κι εξύπνα τα κοράσια
κι εξύπνα και τσοι γέροντες απού τα σπηλιαράκια."
Μα επόπαμε τ’ Αφέντη μας να πούμε τση Κερά μας…
"Κερά μαρμαροτράχιλη και φεγγαρομαγούλα,
Κερά το φουστανάκι σου είναι κακοραμμένο
και φέρε μου το εις το σκολειό να σου το καλοράψω.
Να βάλω αϊτούς και περαϊτούς πουλιά και χελιδόνια,
να κελαηδούνε τα πουλιά να λεν’ τα χελιδόνια.
Κερά το παπουτσάκι σου είναι κακοραμμένο
και φέρε μου το στο σκολειό να σου το καλοράψω.
Να βάλω ασήμι στην οργιά μαργέλι στο μουζάκι,
να σέρνω και το λυρατζή να παίζει το λυράκι
κι εσύ Κερά να κάθεσαι να κάνεις σεϊράκι."
Μα επόπαμε και τση Κεράς να πούμε και του γιού ν’ τως..
"Έπα’ χουν τον καλόν υγιό το μοσχοκανακάρη
λούγουν’ τον και χτενίζουν’ τον και στο σκολειό τον πέμπουν
κι ο Δάσκαλος τον έδειρε με το χρυσό βιτσάρι
και η κερά Δασκάλισσα με το μαργαριτάρι."
"Σήκω υγιέ να χτενιστείς σήκω υγιέ ν’ αλλάξεις
να πας σε τάφο του Χριστού να ιδείς αν-γνωρίσεις
τον πλούσιο απού το φτωχό να τον-ε ξεχωρίσεις,
χώρια θα ιδείς την κεφαλή και χώρια τ’ άλλο σώμα,
ετσά το πρόδειξε ο Θεός να γίνομέστα χώμα.."
Μα επόπαμε του γιόκα ντως να πούμε και τση κόρης…
"Έπα’ χουν κόρην όμορφη γραμματικός τη θέλει,
μα αν είναι και γραμματικός πολλά λεφτά γυρεύει.
Γυρεύει αμπέλια ατρύγητα, χωράφια με σιτάρια,
γυρεύει και τη θάλασσα μ’ ούλα τζη τα καράβια."
Μα επόπαμε τση κόρης τως να πούμε και τση βάγιας…
"Βαγίτσα άψε το κερί άψε και το διπλέρι
και κάτσε και ντουχιούντησε ήντα θα μας-ε φέρεις
Βάλε στο τσέστο κάστανα στο τσέστο πορτοκάλια
και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλληκάρια
Κι απο το πιθαράκι σας που’ χετε τα καρύδια,
να μας-ε ποχερίσετε αν είν’ πολλά γή λίγα
Κι απο το πιθαράκι σας που’ χετε τσι σταφίδες,
να μας-ε ποχερίσετε αν είν’ πολλές γή λίγες
Κι απο τη μαύρην όρνιθα κανένα αβγουλάκι,
κι αν είν’ απού τη γαλανή ας είν’ και ζευγαράκι
Κι απο τ’ απακολούκανα κι από πλευριάς κομμάτι,
κι απο τον πόρο του βουτσού να πιούμε μια γεμάτη
Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα,
ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε καλημέρα."
"Καλημέρα, χρόνια πολλά."
"Επά που καλαντίσαμε καλά μας-ε πλερώσα,
καλά να παν’ τα έχει ντως και τα ποδώματα ντως"
Σε περίπτωση που στο σπίτι δεν υπήρχε παιδί οι καλαντιστές έλεγαν:
"Έπα παιδί δεν έχουνε ο Θιός να τως-ε μπέψει,
κι αν είν’ ασερνικό παιδί στη σέλα καβαλάρης
να σειέται να λυγίζεται να πέφτει το λογάρι
να το μαζώνει η μάνα ντου να’ χει χαρά μεγάλη
Πάλι κι αν είναι θηλυκό μοίρα καλή να κάμει
του Ρεζοσπάντη τον υγιό άντρα να τον-ε πάρει.
Είπαν για την Πρωτοχρονιά (Μαντινάδες):
Ποδαρικό η σκέψη μου έκαμε στην καρδιά σου
και θες δε θες θα βρίσκεται ολοχρονίς κοντά σου
Κωστής Μαγκουφάκης
Χρόνε καινούριε του παλιού μη μοιάσεις του ζηλιάρη,
που μόλις γνώριζα χαρά εγλάκα να την πάρει
Γιάννης Δακανάλης (Στρατηγός)
Κάπου υπάρχει μια κλωστή στσ` ανατολής τη φέξη,
μ` εκείνη θέλω τσοι χαρές ο χρόνος να σου πλέξει…
Νεκτάριος Λεουνάκης
Να μη λες πως μ` αγαπάς μα να το κάμεις πράξη
κι έλα το δεκατέσσερα λίγο πρωτού ν` αλλάξει
Ζαχαρένια Σαλούστρου
Θα σ' αγκαλιάσω τη στιγμή π' ο χρόνος θα γυρίσει
να λέγεται πως δυο χρονιές έχει η αγκαλιά κρατήσει
Γιώργος Κοζύρης
Σε κάθε νέο ερχομό τς ελπίδες μου άφηνά σου,
χρόνε και μου `μενε η ζωή άδεια στο πέρασμά σου…
Κωστής Κοκολαντωνάκης
Η στράτα που ξεκίνησες χρόνε να είναι ίσια,
παντού υγεία και χαρές και αθρωπιά περίσσια
Μάρω Γεωργιλαδάκη
Την πίτα χρόνε μοίρασε σε τρεις οφέτος τόπους…
στσοι δυστυχείς, στα ορφανά και στσ' άρρωστους αθρώπους…
Κατερίνα Αεράκη
Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, μέρες του παραπόνου,
μόνο εσύ «χρόνια πολλά» δε μου `πες, «και του χρόνου»
Βούλα Χανιωτάκη - Μπαστάκη
Με τα δικά σου τα σκοινιά στη σκέψη και στο μπέτη,
δύο χιλιάδες πέρασα και δεκατρία έτη
Νίκος Τζαγκαράκης
Χρόνε π` εκαταλύθηκες σε λίγο και μισεύγεις
γιάντα τσοι πόνους που `φερες φεύγοντας δε γιατρεύεις;
Ανθή Χρονάκη
Χρόνε σκληρέ που καταλείς και τα χαράκια ακόμη,
για δεν αγγίζεις του φονιά του πόνου που με λιώνει;
Γιώργης Γαρεφαλάκης
Είντα μ´ ολίγη ο καφές, είντα πως θα ´ ναι σκέτος...
αμοναχός μου οπέρυσι, αμοναχός κι ´οφέτος....
Θεόφιλος Χριστουλάκης